Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2011

3) Διευκρινίσεις σε θέματα αποδεικτικού λόγου (συνέχεια)

9. Οι φαινομενικά αποδεικτικές παράγραφοι (στην περιγραφή και στην αφήγηση) -Οι λογοτέχνες

               Α) Σε αφηγηματικά κείμενα βρίσκουμε μερικές φορές οι συγγραφείς τους να έχουν συντάξει μια παράγραφό σαν να είναι αποδεικτική. Έχει θεματική πρόταση, έχει και αποδεικτικές, αλλά δεν καταλήγει σε συμπέρασμα/ κατακλείδα. Ή, ξαφνικά διακόπτουν την απόδειξη για να προσθέσουν μέσα στην παράγραφο κάτι αφηγηματικό, ή χρησιμοποιούν την παράγραφο για να μας μεταδώσουν κάτι που αισθάνθηκαν οι ίδιοι.. Η θεματική τους πρόταση, σ’ αυτές τις περιπτώσεις είναι ρητορική. Ας δούμε δυο παραδείγματα και τα σχόλια που μπορούμε να κάνουμε για τις παραγράφους τους:

Κείμενο Έλλης Αλεξίου, (η πέρδικα), απόσπασμα από διήγημά της
&1 Θεματική πρόταση:     Η πέρδικα ήταν ένα οντάριο, που μέσα του κυριαρχούσε ο φόβος.
&2 Αποδεικτικές 1:             Έπεφτε κανένα σκουπίδι από τις ταράτσες, κανένα ξύλο, κανένα κουρέλι τα έχανε. Έτρεχε δεξιά ζερβά σαστισμένο. Όταν άρχιζε  ψιχάλα η βροχή, ερχότανε σε απόγνωση.
( Διακοπή της απόδειξης):  Ευτυχώς η πηγάδα στον τοίχο χαμηλά έφτιαχνε μια προεξοχή. Την ανακάλυψε και πήγαινε κι απάγκιαζε από κάτω.
       Αποδεικτικές 2:            Όταν η γριά κρέμαγε τα στρωσίδια της στο παράθυρο για να τα
                                             Αερίσει, η δύσμοιρη πέρδικα βανότανε πάλι να χτυπιέται σαν
                                             βουρλισμένη. Το απότομα άνοιγμα του παραθυριού, τα πολύχρωμα
                                             χιράμια, οι χτύποι της ξεσκονίστρας απάνω τους τρέλαιναν ο ζωντανό.
Η συγγραφέας «δανείζεται» εδώ, χρησιμοποιεί εδώ, τον τύπο 8 του αποδεικτικού λόγου, όχι για να αποδείξει ότι αυτή η πέρδικα ήταν ένα φοβισμένο οντάριο, αλλά για να μας αφηγηθεί κάτι. Εμείς ως αναγνώστες, που ξέρουμε ότι η πέρδικα είναι πάντοτε ένα φοβισμένο οντάριο, δεν ενδιαφερόμαστε να πειστούμε γι’ αυτό, αλλά να «ακούσουμε» τα όσα παραπέρα έχει να μας αφηγηθεί η συγγραφέας. Η θεματική πρόταση είναι ρητορική και η «αποδεικτική παράγραφος» είναι φαινομενικά αποδεικτική, ενώ ουσιαστικά είναι αφηγηματική. Το ότι η παράγραφος είναι φαινομενικά αποδεικτική προκύπτει και από ένα άλλο ουσιαστικό πράγμα: ξαφνικά η συγγραφέας διακόπτει την απόδειξη για να μας πει κάτι που έχει σχέση με την αφήγηση και όχι με την απόδειξη, να μας πει ότι «ευτυχώς η πηγάδα στον τοίχο χαμηλά έφτιαχνε μια προεξοχή. Την ανακάλυψε και πήγαινε κι απάγκιαζε από κάτω». Τέτοιες διακοπές, αφηγηματικής μορφής, δεν βρίσκουμε βέβαια σε έναν πραγματικά αποδεικτικό λόγο. Τις βρίσκουμε μόνον σε αφηγηματικό λόγο που χρησιμοποιεί τον αποδεικτικό τύπο 8 μόνο και μόνο για να αφηγηθεί και όχι να αποδείξει κάτι.

Κείμενο Τατιάνας Γκρίτση- Μιλλιέξ, Η πορεία (απόσπασμα)
&1 Θεματική πρόταση      Κι ήτανε κάτι αφάνταστο εκείνη η πορεία μέσα στη μαύρη νύχτα και         στην ψιλή βροχή .
      Αποδεικτικές                 Ένα δάσος που κινείται και καίεται από δαδιά, από κεριά, από αφάνες αναμμένες και τα κλάματα κι οι κραυγές των μανάδων που χάνανε τα παιδιά και μέσα σε κείνη τη φωτισμένη κόλαση να τα γυρεύουν, ενώ άλλοι βουλιάζανε μέσα στα ριζοτόπια του Τοματζλού κι άλλοι χάναν το δρόμο και το χέρι των δικών τους. Κι άκουγες σαν τα χαμένα αγρίμια να βγαίνουν ματωμένες από μέσα οι φωνές. Παναγή!! Νικόλα!! από κάτω . . . από δεξιά. . . μ’ ακούς, παιδί μου; Κι ερχότανε η ηχώ, όι . . . όι. . . μανίτσα.
Κι εδώ η συγγραφέας χρησιμοποιεί τον αποδεικτικό τύπο 8 για να μας αφηγηθεί κάτι (κάτι
τραγικό από την Μικρασιατική καταστροφή). Δεν ενδιαφέρεται να μας αποδείξει κάτι, αλλά να
μας αφηγηθεί κάτι. Κι εμείς ως αναγνώστες δεν ενδιαφερόμαστε να μας αποδείξει ότι η πορεία
ήταν «αφάνταστη» - που βγαίνει βέβαια μέσα από όσα στη συνέχεια αφηγείται η συγγραφέας-
αλλά να δούμε τι συνέβηκε κατά τη Μικρασιατική καταστροφή. Στην παράγραφο αυτή, εξάλλου
, έχουμε αναμετάδοση συναισθήματος φρίκης και συγκίνησης. Η συγγραφέας, δηλαδή μας
μεταφέρει το δικό της συναίσθημα φρίκης και συγκίνησης από την πορεία αυτή και μας κάνει να
νιώσουμε κι εμείς το ίδιο: «Κι άκουγες σαν τα χαμένα αγρίμια να βγαίνουν ματωμένες από μέσα
οι φωνές. Παναγή!! Νικόλα!! από κάτω . . . από δεξιά. . . μ’ ακούς, παιδί μου; Κι ερχότανε η ηχώ,
όι . . . όι. . . μανίτσα». [1]
Β) στην περιγραφή:
Παράδειγμα :
Κείμενο της Ι. Παπαντωνίου, Περιγραφή της φορεσιάς Νύφη των Μεσογείων  (η &5)
&5 Τα κοσμήματα είναι πολλά. Το χρυσό επιμετώπιο κόσμημα και τρία επιστήθια κοσμήματα: το γιορντάνι, δηλαδή δικτυωτό πλέγμα από χρυσές χάντρες που καλύπτει το στήθος, το περιλαίμιο κόσμημα και το κορδόνι, που φοριέται πάνω από το γιορντάνι και αποτελείται από δέκα σειρές αλυσίδες με φλουριά.
Εδώ η συγγραφέας για να περιγράψει κάτι χρησιμοποιεί τον αριθμητικό αποδεικτικό τύπο. Λέει ότι τα κοσμήματα είναι πολλά και από όσα αναφέρει μετά, βλέπουμε πράγματι ότι είναι πολλά (είναι τέσσερα). Δεν βγάζει συμπέρασμα που να επιβεβαιώνει τη θεματική της πρόταση, δεν λέει δηλαδή στο τέλος της παραγράφου «πράγματι, όπως βλέπουμε τα κοσμήματα είναι πολλά». Και δεν βγάζει συμπέρασμα γιατί ο σκοπός της είναι να μας περιγράψει κάτι και όχι να μας αποδείξει ότι έτσι έχουν τα πράγματα όπως τα λέει. Κι εμείς εξάλλου ως αναγνώστες, δεν ενδιαφερόμαστε για την απόδειξη, αλλά να μάθουμε ποια είναι αυτά τα κοσμήματα.
Βέβαια, ένας σωστός λογοτέχνης συγγραφέας θα αποδείξει με όσα λέει στην παράγραφό του τη θεματική του πρόταση. Θα την αποδείξει χωρίς να βγάλει συμπέρασμα, γιατί κυρίως θέλει να μας αφηγηθεί ή να μας περιγράψει κάτι, και όχι να μας αποδείξει κάτι.
► ► Γενικά: Ο λόγος είναι ενιαίος. Τον χωρίζουμε σε αφήγηση, σε περιγραφή, σε αποδεικτικό κτλ, για να τον μελετάμε και να ξέρουμε πώς πρέπει να τον συντάσσουμε κάθε φορά. Σαν ενιαίος όμως που είναι, το ένα μέρος του δανείζει στοιχεία στο άλλο για να εκφραστεί, να διατυπωθεί. Έτσι:
Α) Η περιγραφή δανείζει στοιχεία (πχ τα επίθετα) στην αφήγηση και στην απόδειξη.
Β) Η αφήγηση δανείζει στοιχεία στην περιγραφή (πχ τώρα αυτό είναι έτσι, παλαιότερα ήταν αλλιώς) και στην απόδειξη (πχ στην αρχαιότητα η βία ήταν. . στο μεσαίωνα ήταν με τη μορφή της Ιεράς εξέτασης).
Γ) Ο  αποδεικτικός λόγος δανείζει κάποιους τύπους του στην περιγραφή και στην αφήγηση, και συγκεκριμένα τον αριθμητικό τύπο και τον τύπο χωρίς κατακλείδα (θεματική πρόταση + αποδεικτικές). Τους δανείζει ακόμα, όπως είδαμε στην πρώτη ενότητα για την ιδιότυπη περιγραφή και την ιδιότυπη αφήγηση, και τον τύπο της ατελούς παραγράφου.[2] 

10. Η σημασία των λέξεων και ο συλλογισμός- κανόνας

               Ας δούμε ένα κείμενο για να τονίσουμε ότι πρέπει να προσέχουμε τη σημασία των λέξεων που γράφουμε σε ένα συλλογισμό και για να καταλήξουμε σε έναν κανόνα..
               Ενδεικτικό κείμενο : Ο Σωκράτης και τα κυριότερα χαρακτηριστικά του
& 1 (πρόλογος) Ας εξετάσουμε τα κυριότερα χαρακτηριστικά που είχε ο Σωκράτης.
& 2 Ο Σωκράτης, καταρχήν, ήταν θνητός, γιατί ήταν άνθρωπος
&3  Τους ανθρώπους που τους αρέσει να συζητούν και να εξετάζουν τις έννοιες, όπως για παράδειγμα τι είναι ωραίο, οι αρχαίοι Έλληνες τους ονόμαζαν φιλόσοφους.
       Ο Σωκράτης συνέχεια συζητούσε και εξέταζε με άλλους τέτοιες έννοιες,
άρα ήταν φιλόσοφος.
&4 Ήταν εξάλλου σαν χαρακτήρας γενναίος.
     Όπως μας λένε  οι ιστορικές πηγές, και κυρίως οι μαθητές του Πλάτωνας και Ξενοφώντας με τα συγγράμματά τους, ο Σωκράτης πήρε μέρος σε τρεις εκστρατείες και διακρίθηκε σε όλες για το θάρρος του, όπως και ότι αργότερα αρνήθηκε με κίνδυνο της ζωής του να εκτελέσει μια παράνομη διαταγή των τριάκοντα τυράννων.
    Από όλα αυτά συμπεραίνουμε, λοιπόν, ότι ήταν και γενναίος.
&5 Τα  κυριότερα χαρακτηριστικά του Σωκράτη, όπως βλέπουμε από όσα αναπτύξαμε, είναι ότι ήταν θνητός, φιλόσοφος και σαν χαρακτήρας γενναίος.
Σχόλια και παρατηρήσεις: Στο παραπάνω ενδεικτικό κείμενο όλοι οι συλλογισμοί μας είναι ορθοί (συντάσσονται με κάποιον από τους τρόπους που πρέπει και ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα).
Κι όμως αυτό το κείμενο έχει ένα μεγάλο λάθος. Στην &1 αναφέρει σαν χαρακτηριστικό του Σωκράτη  ότι ήταν θνητός. Όμως αυτό δεν είναι χαρακτηριστικό γιατί όλοι οι άνθρωποι είναι θνητοί. (Χαρακτηριστικό θα πει κάτι που διακρίνει το αντικείμενο από τα άλλα αντικείμενα, που διακρίνει λχ τον ένα άνθρωπο από άλλους ανθρώπους). Άρα, η &1 είναι λανθασμένη και το λάθος αυτό μεταφέρεται και στην &5.
               Κανόνας: Στην αποδεικτική παράγραφο προσέχουμε τη σημασία της κάθε μας λέξης που αναφέρεται στη θεματική πρόταση. Μπορεί όλοι οι συλλογισμοί μας στο κείμενό μας να είναι ορθοί, και όμως το κείμενό μας να είναι λανθασμένο γιατί θα περιέχει λάθη, έστω και ένα, εξαιτίας ότι δεν προσέξαμε τη σημασία μιας λέξης.
               Έτσι, δεν προσέχουμε μόνο τη σημασία της λέξης «χαρακτηριστικά», αλλά και τη σημασία της λέξης «κυριότερα» που περιέχεται στη θεματική πρόταση του παραπάνω παραδείγματος. Επομένως, δεν θα γράψουμε στο κείμενό μας δευτερεύοντα χαρακτηριστικά του Σωκράτη, γιατί δεν μας τα ζητάει η θεματική πρόταση (ότι πχ ήταν κακομούτσουνος, μακρυμάλλης, φτωχός,  ή πλούσιος και άλλα).
               ► Και παραπέρα, δεν προσέχουμε φυσικά μόνο τη σημασία των λέξεων που αναφέρονται στη θεματική πρόταση, αλλά και τη σημασία των υπόλοιπων λέξεων που γράφουμε στη συνέχεια στην παράγραφό μας. Πχ έστω ότι στην παράγραφο 3 γράψαμε τα εξής:
&3  Τους ανθρώπους που τους αρέσει να χάνουν την ώρα τους σε συζητήσεις
οι αρχαίοι Έλληνες τους ονόμαζαν φιλόσοφους.
       Ο Σωκράτης έχανε την ώρα του συνέχεια σε συζητήσεις με άλλους,
άρα ήταν φιλόσοφος.
Σχόλιο: Όσοι χάνουν την ώρα τους σε συζητήσεις και από τους αρχαίους Έλληνες και από εμάς τους νεότερους, χαρακτηρίζονται φλύαροι και όχι φιλόσοφοι. Άρα, ο συλλογισμός μας είναι λανθασμένος, γιατί μια του έστω λέξη δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.

11. Τα πολλά «διάφορα» σε μια αποδεικτική παράγραφο

Υπάρχουν συγγραφείς που βάζουν πολλά «διάφορα μέσα σε μια αποδεικτική παράγραφο,, πληροφορίες δηλαδή πάνω στις πληροφορίες, ή επεξηγήσεις πάνω σε επεξηγήσεις, με αποτέλεσμα να μην τους  κατανοούμε εύκολα [3].
Πρέπει τότε να απομακρύνουμε όλα αυτά τα «διάφορα» και τις πολλές επεξηγήσεις, για να βρούμε τι θέλει να πει ο συγγραφέας. Ας δούμε ένα κείμενο.

Κείμενο Λουκά Κούσουλα, Ένα δευτερότερο Καβαφικό ποίημα
&1 Κακό ποίημα «Τα παράθυρα» δεν είναι. Είναι απλώς δευτερότερο. Αν αγνοώ λοιπόν σε έναν βαθμό το ερώτημα της έρευνας, για το πιο αδύνατο ποίημα του   corpus , δεν είναι γιατί δε βρίσκω  . . .κάποιο κακό ποίημα – βρίσκω ίσα ίσα – αλλά γιατί επιθυμώ πιο πολύ να πάω κόντρα στους πολλούς θαυμαστές . . . των «Παραθύρων». Ούτως ή άλλως τα λιγότερα πετυχημένα ποιήματα του Καβάφη, τα λιγότερο ‘’ καβαφικά ‘’ πιο καλά, εκείνα της συμβολικής περιόδου του, . . .είναι τα περισσότερο σχολιασμένα και, βέβαια, δημοφιλέστερα.
Τους αξιολογικούς εξάλλου αυτούς χαρακτηρισμούς, κακό ή δευτερότερο ποίημα, παίρνω από το Ζήσιμο Λορεντζάτο : ‘’ σε μερικά δευτερότερα ή κακά ποιήματά του, ας ανήκουν στα   corpus   ‘’. 
Δευτερότερο λοιπόν ποίημα, σίγουρα όχι κακό – πώς αλλιώς – θεωρούσε, νομίζω «Τα Παράθυρα» κι ο Καβάφης. Δεν έχω στα χέρια μου άλλα, έξω από εκείνα του Λεχωνίτη, αυτοσχόλια του ποιητή, όπου ούτε λέξη για «Τα παράθυρα», έχω όμως την ‘’ Ποιητική ‘’ του, το κείμενο που βάφτισε έτσι ο Μιχ. Περίδης [ . . .] παρουσιασμένα και σχολιασμένα από τον Μιχ. Περίδη [ . . .]
Γράφει εκεί:
. . . το ποίημα θεμελιώνεται σε μιαν αλήθεια, μια βραχύβια αλήθεια.
Σίγουρα λοιπόν, μια ‘’ βραχύβιος αλήθεια’’ (  a short- lived  έχει γράψει ο Καβάφης. [ . . .]. Μακρόβια όμως αλήθεια δεν είναι [. . ]. Δεν είναι ούτε καν η ‘’μερικότητα της Πόλης’’ του άλλου συμβολικού ποιήματος, καθώς σχολιάζει ό ίδιος.
&2 Ας έρθουμε ωστόσο κι αλλιώς κοντά στο ποίημα. [ . . . ]
ΣΧΟΛΙΑ: 1) Αν απομακρύνουμε όλα τα διάφορα και τις επεξηγήσεις, τότε μόνο βρίσκουμε τη συλλογιστική πορεία που ακολουθεί ο συγγραφέας στην παράγραφο &1, τότε μόνο βρίσκουμε τον συλλογισμό του, που είναι ο εξής:
               & 1Θεματική πρόταση: Κακό ποίημα τα παράθυρα δεν είναι. Είναι απλώς δευτερότερο.
               Αποδεικτικές: Τους αξιολογικούς αυτούς χαρακτηρισμούς, κακό ή δευτερότερο ποίημα, παίρνω από το Ζήσιμο Λορεντάζτο, από την ‘’ Ποιητική του’’.  Δευτερότερο ποίημα, σίγουρα όχι κακό, θεωρούσε «Τα παράθυρα» κι ο Καβάφης που έγραψε (γι’ αυτό το ποίημά του ότι περικλείει) μια βραχύβια αλήθεια. Μακρόβια όμως αλήθεια δεν είναι.
               &2 Ας έρθουμε ωστόσο κι αλλιώς κοντά στο ποίημα. [ . . .]
Σχόλιο 2 : Ο μαθητής καλό είναι να αποφεύγει τα πολλά διάφορα στην αποδεικτική του παράγραφο, γιατί μπορεί να τον ξεστρατίσουν από την αποδεικτική συλλογιστική.

12. Η μεταπήδηση της σκέψης, λάθος- η ανάγκη της παρένθεσης

               Ένα λάθος στο οποίο μπορούμε να υποπέσουμε όλοι, είναι όταν αφήνουμε να μεταπηδήσει η σκέψη μας σε άλλο θέμα , προτού τελειώσουμε το θέμα που διαπραγματευόμαστε στην παράγραφό μας. Πχ:
               Ας πούμε ότι εξετάζουμε σε μια παράγραφο ότι «η βία υπήρχε πάντα». Αν μεταπηδήσει η σκέψη μας, παρασυρμένη από το συναίσθημά μας, στο ότι « κόσμος μας θα ήταν καλύτερος, αν δεν υπήρχε βία», αυτή τη σκέψη μας , αυτή τη δεύτερη γνώμη μας δεν πρέπει να τη βάλουμε πουθενά στην παράγραφο μας. Γιατί στην παράγραφο εξετάζουμε τη γνώμη μας ότι «η βία υπήρχε πάντα», και η δεύτερη γνώμη μας θα καταστρέψει τη συλλογιστική πορεία της παραγράφου.
               Αν πάντως θέλουμε να τη βάλουμε οπωσδήποτε, πρέπει να τη βάλουμε μέσα σε παρένθεση. Πχ:
«&1 Βία υπήρχε πάντα. Μας το μαρτυρούν η δουλεία που υπήρχε στην αρχαιότητα και σχεδόν μέχρι τα μέσα του 19 αιώνα, η Ιερά εξέταση που υπήρχε στο μεσαίωνα, ο ναζισμός, φασισμός, σταλινισμός και άλλες πολλές και διάφορες περιπτώσεις που διαδραματίστηκαν στη μετέπειτα εποχή, και διαδραματίζονται και στη δική μας. Βία, λοιπόν, υπήρχε πάντοτε και δυστυχώς υπάρχει και σήμερα. (Ο κόσμος μας θα ήταν καλύτερος βέβαια αν δεν υπήρχε. Αλλά ας προχωρήσουμε να δούμε και άλλα ζητήματα σχετικά με τη βία). &2 Η βία οφείλεται σε πολλές αιτίες [ . . .}».
Σχόλια: Τη γνώμη μας ότι ο κόσμος θα ήταν καλύτερος αν δεν υπήρχε βία, τη βάλαμε στο τέλος της &1 μέσα σε παρένθεση, έτσι ο οποιοσδήποτε αναγνώστης θα διαβάσει την παράγραφο, θα καταλάβει ότι εκφράζουμε παρενθετικά μια δεύτερη γνώμη, που δεν θα την αποδείξουμε.
Σημείωση : Ανάγκη παρένθεσης υπάρχει και όταν βάζουμε πολλά «διάφορα, που σχεδόν από μόνα τους θα αποτελούν μια ολόκληρη παράγραφο. Τότε αυτά πρέπει να τα βάλουμε όλα μέσα σε παρένθεση, κάτω από την παράγραφο από την οποία εξαρτώνται, στην οποία αναφέρονται.

13. Ο πλατειασμός

               Ας παρακολουθήσουμε ένα ενδεικτικό παράδειγμα για να κάνουμε ένα μικρό σχόλιο για τον πλατειασμό.
Ενδεικτικό κείμενο για τον πλατειασμό:
Θεματική πρόταση: Βία υπήρχε πάντα.
               Αποδεικτικές προτάσεις: Υπήρχε στην προϊστορία, όπως μαρτυρούν αρχαίοι μύθοι, πχ του Προκρούστη, του Μινώταυρου, του Διομήδη, βασιλιά των Βιστώνων, που έτρεφε τα άλογά του με ανθρώπινο κρέας. Υπήρχε στην εποχή του Χαλκού και του σιδήρου. Στην εποχή του Ομήρου, στην αρχαία Ελλάδα και Ρώμη όπου χρησιμοποιούσαν δούλους, Όποια εποχή και να δει κανένας θα βρει βία και πάλι βία. Και τι να πει κανένας που ορισμένοι λαοί σκοτώνανε τους αιχμαλώτους που πιάνανε όταν νικούσαν σε μάχες, ή που τους τύφλωναν. Στον μεσαίωνα τη βία τη βρίσκουμε με τη μορφή της Ιεράς εξέτασης, μετά σαν αποικιοκρατία και δουλεμπόριο, σαν ιμπεριαλισμό που καταπιέζει τις αδύναμες ομάδες. Και στην πιο πρόσφατη εποχή τη συναντάμε σαν ναζισμό με την εξολόθρευση των Εβραίων, σαν φασισμό, σαν σταλινισμό, σαν εξαφανισμό ολόκληρων πληθυσμών, όπως Αρμενίων, Ελλήνων, Κούρδων κλπ.
               Συμπέρασμα: Όπως μαρτυρεί η Ιστορία, βία υπήρχε πάντα.
Σχόλιο: Στην παράγραφο έχουμε πλατειασμό. Δεν γράφουμε διαγώνισμα προϊστορίας ή ιστορίας συντάσσουμε αποδεικτική παράγραφο. Δεν χρειάζεται να ανατρέξουμε στην προϊστορία, αρκούν κάποια γεγονότα από την ιστορική εποχή ή και μέχρι σήμερα, γεγονότα δοσμένα με πολύ περιληπτικό τρόπο. Σαν να γράφουμε επικεφαλίδες για κάθε μια εποχή, για την αρχαιότητα, τον μεσαίωνα, τη νεότερη.

14. Το μέγεθος της αποδεικτικής παραγράφου

Η αποδεικτική παράγραφος είναι συνήθως πιο μεγάλη από την περιγραφική ή αφηγηματική παράγραφο. Ιδιαίτερα όταν περιλαμβάνει πολλές αποδεικτικές προτάσεις.
Μεγεθύνεται και μπορεί να πιάσει ολόκληρη σελίδα, αν οι αποδεικτικές είναι πολλές, ή σαν αποδεικτική προσκομίζει ο συγγραφέας ένα παράδειγμα που χρειάζονται πολλές προτάσεις για να το παρουσιάσει. Ας δούμε πχ την πρώτη παράγραφο από ένα κείμενο.

Κείμενο σε διασκευή, του Έριχ Φρομ,  Ψυχανάλυση και Θρησκεία
{σελίδα 78} &  Θεματική περίοδος: Ενώ είναι σχετικά εύκολο να αποφασίσουμε ποιος είναι ο στόχος της θεραπείας όταν πρόκειται για υστερικούς εμετούς ή για έμμονες ιδέες, εντούτοις δεν είναι εξίσου εύκολο να αποφασίσουμε ποιος πρέπει να είναι ο στόχος της θεραπείας όταν πρόκειται για νεύρωση χαρακτήρα. [ . . .]
Αποδεικτικές: Η ακόλουθη περίπτωση μας επεξηγεί τι εννοούμε μ’ αυτό τον ισχυρισμό. (σ.σ. Να δηλαδή ένα παράδειγμα που αποδεικνύει αυτόν τον ισχυρισμό).
               Ένας νέος 24 ετών επισκέπτεται έναν ψυχαναλυτή. Αναφέρει ότι από τον καιρό που αποφοίτησε πριν δυο χρόνια, νιώθει ότι είναι δυστυχισμένος.[ . . ] Δυσκολεύεται να παίρνει αποφάσεις ακόμα και τις πιο απλές. Ενδιαφερόταν πολύ για τη φυσική. [ . .] Ο πατέρας του . . ιδιοκτήτης ενός μεγάλου εργοστασίου επέμενε ότι
{σελ. 79} έπρεπε να αναλάβει την επιχείρηση [ . . ] γιατί ο γιατρός του τον είχε συμβουλέψει να μην εργάζεται εντατικά και ο γιος θα ήταν αχάριστος αν . . .δεν ήταν πρόθυμος να εκπληρώσει την επιθυμία του πατέρα. Ο γιος ενέδωσε και μπήκε στην επιχείρηση . . Και τότε άρχισαν οι παραπάνω περιγραφόμενες ανωμαλίες.
 & 2  [. . .]
               Σχόλια: Η &1 εξαιτίας της μιας και μόνον αποδεικτικής που περιέχει, είναι πολύ έως πολύ μεγάλη.

15. Ο τρόπος γραφής των παραγράφων

               Ο διαχωρισμός των προτάσεων και περιόδων σε παράγραφος γίνεται κατά την αίσθηση κάθε συγγραφέα, αρκετά τυχαία δηλαδή. Άλλοτε γράφει δυο παραγράφους μαζί, άλλοτε τρεις. Άλλοτε βάζει τη θεματική πρόταση ξεχωριστά για να την τονίσει στον αναγνώστη του, ενώ τις αποδεικτικές μαζί με την κατακλείδα τις γράφει σαν άλλη παράγραφο. Άλλοτε χωριστά την κατακλείδα, θέλοντας να την τονίσει στον αναγνώστη του. Άλλοτε πάλι τη κατακλείδα στην αρχή της επόμενης παραγράφου κτλ, κτλ.
               Κάθε σύνολο προτάσεων που ξεκινάει με κεφαλαίο γράμμα από ξεχωριστή γραμμή και κλείνει με τελεία, δεν σημαίνει βέβαια ότι είναι παράγραφος. Σπάνια είναι πράγματι παράγραφος. Συνήθως είναι «φαινομενική παράγραφος», συγκόλλημα  δηλαδή από κάποιες προτάσεις δυο συνεχόμενων παραγράφων, ή αποκόλλημα μιας ή περισσότερων προτάσεων μιας παραγράφου και εμφάνισης του αποκολλήματος σαν παραγράφου.
               Πάντως, από συνήθεια και από άλλους λόγους, όπως ο τονισμός μιας πρότασης, η πρόθεσή μας να κάνουμε το λόγο μας πυκνό κτλ, γράφουμε όλοι, και θα γράφουν και οι επερχόμενοι με αυτόν τον τρόπο.
               Αυτά ισχύουν τόσο για την αποδεικτική όσο και για την περιγραφική και αφηγηματική παράγραφο.
Βέβαια, οι ικανοί συγγραφείς, όπως ο Ε. Παπανούτσος, ακόμα και όταν γράφουν ενσωμάτωμα από παραγράφους, τηρούν απόλυτα τους τον κανόνα «ότι πρέπει να τους κατανοεί ο αναγνώστης, έστω με λίγη προσοχή».     

16. Οι τεχνικές του αποδεικτικού λόγου

               Ο αποδεικτικός λόγος μπορεί να διατυπωθεί χωρίς διάλογο, με διάλογο και, τρίτο, ξεκινώντας με αφήγηση.
               Α) Όλα ή τα περισσότερα παραδείγματα που είδαμε μέχρι τώρα είναι χωρίς διάλογο.
Β) Πάρα πολλά όμως από αυτά μπορούν να διατυπωθούν και με διάλογο, να ρωτάει λόγου χάρη ένας από τους συνομιλητές και να απαντάει ο άλλος. ΄ Η να λέει ο ένας συνομιλητής τη γνώμη του για κάτι και να την υποστηρίζει με επιχειρήματα, και ο άλλος ή να την αποδέχεται ή να την απορρίπτει με δικά του επιχειρήματα. Παραδείγματα με διάλογο έχουμε τα διάφορα κείμενα του Πλάτωνα, όπου ο Σωκράτης χρησιμοποιώντας τη μαιευτική μέθοδο (δηλαδή το διάλογο) αποδεικνύει το τι σημαίνει αυτή ή εκείνη ή έννοια.
Γ) Είναι όμως δυνατό ένα αποδεικτικό κείμενο, να ξεκινάει σαν αφηγηματικό να θέτει σε κάποια παράγραφό του ο συγγραφέας ένα πρόβλημα (να αναφέρει μια γνώμη του) και μετά να το λύνει (να αποδεικνύει δηλαδή τη γνώμη του). Για την τρίτη αυτή περίπτωση θα δούμε ένα κείμενο στο τελευταίο κεφάλαιο που έχει τίτλο «ο λόγος στα χέρια ενός λογοτέχνη».


[1] Ας κάνουμε μια παρέκκλιση εδώ από το Συντακτικό της Παραγράφου για να πούμε τι θα πει καλλιτέχνης: Καλλιτέχνης θα πει ένας άνθρωπος που συγκινείται από κάτι που μπορεί να αφήνει τους πολλούς ίσως αδιάφορους, ένας όμως άνθρωπός που έχει επιπλέον τη δυνατότητα με το έργο του να  κάνει τους άλλους να νιώσουν την ίδια συγκίνηση.
[2] Ας θυμηθούμε τι είπαμε  στην περιγραφή (βλέπε τον σχετικό ιστότοπό μου: ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ (ΔΟΜΗ) ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ), όταν περιγράφουμε διαδικασίες που συμβαίνουν μέσα στην ύλη. Παραθέσαμε το  ακόλουθο κείμενο:  &1 Θα σας περιγράψω πώς θερμαίνεται από τον ηλεκτρισμό το σύρμα ενός καλωδίου. &2 Κάθε φορά που θα βάλουμε ένα καλώδιο στην πρίζα, &3  παρατηρούμε τα εξής: τα ηλεκτρόνια του ηλεκτρικού ρεύματος μπαίνουν μέσα στο σύρμα και, καθώς κινούνται και προχωρούν μέσα στη μάζα του σύρματος, συγκρούονται με τα ακίνητα μόρια του μετάλλου. &4 Και τότε μέρος της κινητικής ενέργειας των ηλεκτρονίων μετατρέπεται σε θερμότητα που μεταδίνεται από μόριο σε μόριο. &5 Έτσι θερμαίνονται όλα τα μόρια και ολόκληρο το σύρμα. Μετά είπαμε ότι  όταν οι επιστήμονες περιγράφουν, αναφέρουν συμπεράσματα από τις παρατηρήσεις τους. Εδώ τώρα, μπορούμε να διευκρινίσουμε ότι τα συμπεράσματά τους τα βάζουν στο περιγραφικό τους κείμενό  χωρίς αποδεικτικές, τα βάζουν  δηλαδή ως ατελείς παραγράφους. Παρόμοια είδαμε και  στην αφήγηση, εκεί που παραθέσαμε κείμενο από το βιβλίο Ιστορίας με τις απόψεις του Μπεκαρία για «τα εγκλήματα και τις ποινές». 
[3] Παραβιάζουν τον κανόνα που λέει ότι: όταν γράφουμε προσέχουμε να μας κατανοεί ο αναγνώστης μας.


Τα ιστολόγιά μου


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου